Λεπτομέρεια από το έργο Πείνα του Θεόδωρου Δρόσου.
Κατοχή
Με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, στις 27 Απριλίου 1941, σταμάτησε η ελληνική δισκογραφία και με εντολή των δυνάμεων κατοχής έκλεισε σχεδόν αμέσως το εργοστάσιο παραγωγής δίσκων Columbiaστην Αθήνα, στον Περισσό, ενώ το στοκ των δίσκων φορτώθηκε σε βαγόνια και στάλθηκε στη Γερμανία για να χρησιμοποιηθεί (μετά από κατάλληλη επεξεργασία) ο βακελίτης τους στη γερμανική βιομηχανία. Τα κείμενα των επιθεωρήσεων όπως επίσης και των διαφόρων τραγουδιών λογοκρίνονταν αυστηρότατα από τις δυνάμεις κατοχής. Οι περισσότερες ταβέρνες είχαν κλείσει και αυτές που λειτουργούσαν είχαν πελάτες κυρίως Γερμανούς, έλληνες συνεργάτες των Γερμανών και μαυραγορίτες. Το ωράριο λειτουργίας τους ήταν από το μεσημέρι μέχρι στις 11 η ώρα το βράδυ. Κατά τη διάρκεια της κατοχής γράφτηκαν τραγούδια με θεματολογία σχετική με τα σκληρά γεγονότα και τις ταλαιπωρίες που υφίστατο τότε ο ελληνικός λαός την εποχή εκείνη, τα οποία όμως ηχογραφήθηκαν μεταπολεμικά (και συχνά κατά τη δεκαετία του 1970 ή και αργότερα) στην Ελλάδα. Τα τραγούδια αυτά ακούγονταν κρυφά και συνωμοτικά, σε μέρη που δεν είχε κατακτητές ή έλληνες συνεργάτες τους. Στις Η.Π.Α. ελλείψει λογοκρισίας ηχογραφήθηκαν τέτοια τραγούδια την εποχή εκείνη Επίσημα τραγουδιόνταν τραγούδια με αλληγορικό νόημα όπου το ακροατήριο χειροκροτούσε και πανηγύριζε. Η Σοφία Βέμπο μετά από αλλεπάλληλες συλλήψεις και φυλακίσεις στις φυλακές Αβέρωφ, έφυγε τον Οκτώβριο του 1942 για τη Μέση Ανατολή με τη βοήθεια του τότε διοικητή της Ασφάλειας Αθηνών Άγγελου Έβερτ(Ο Άγγελος Έβερτ ήταν πατέρας του Μιλτιάδη Έβερτ και παρείχε στη Σοφία Βέμπο πλαστή ταυτότητα (με το όνομα Σοφία Βαμβέτσου) προκειμένου να διαφύγει στη Μέση Ανατολή). Εκεί τραγουδούσε σε καταστρώματα πλοίων, υποβρύχια, Κέντρα Ψυχαγωγικών Μονάδων και αλλού προς εμψύχωση των ελλήνων στρατιωτών που πολεμούσαν εκεί. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1946 (Μαμάης, 2001: 108 - 140). Η Δανάη Στρατηγοπούλου (κορυφαία εκπρόσωπος της ελαφράς μουσικής) συμμετείχε στην Εθνική Αλληλεγγύη τραγουδώντας δημοτικά τραγούδια και διφορούμενες μαντινάδες, τα οποία η ίδια αποκαλούσε «φονικά βλήματα» και «νέα όπλα του Β’ παγκοσμίου πολέμου» (Μαγουλά – Γαϊτάνου, 2002: 155). Κυνηγήθηκε και φυλακίστηκε από τους Γερμανούς παίζοντας συχνά το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι (Μαγουλά – Γαϊτάνου, 2002: 154-173 και Μυλωνάς, 1995: 278). Ο Δημήτριος Γκόγκος – Μπαγιαντέρας (κορυφαίος εκπρόσωπος του ρεμπέτικου τραγουδιού και τυφλός από το 1941) συνελήφθηκε και ξυλοκοπήθηκε πολλές φορές από του Γερμανούς., όπως επίσης και η κορυφαία Σωτηρία Μπέλλου (Αδαμίδου, 1998) Σημαντικός αριθμός καλλιτεχνών έχασαν τη ζωή τους μεταξύ άλλων ο Κλέων Τριανταφύλλου – Αττίκ (κορυφαίος εκπρόσωπος της ελαφράς μουσικής), ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο Παναγιώτης Τούντας, ο Κώστας Σκαρβέλης, ο Ανέστης Δελιάς (κορυφαίοι εκπρόσωποι του ρεμπέτικου τραγουδιού) και άλλοι.
Ακορντεόν.
Άντε να σαλτάρω
Το τραγούδι αυτό είναι από τη δισκογραφική δουλειά Ντοκουμένταπου κυκλοφόρησε το 1975. Οι ιστορίες που αναφέρονται στα τραγούδια είναι πέρα ως πέρα αληθινές και είναι προσωπικά βιώματα του Ξενοφώντα Φιλέρη από την Κατοχική Αθήνα, σύμφωνα με σημείωμα του ιδίου που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του δίσκου.
Από πείνα
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή.
Αυτόν τον ουρανό
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή
Βρες αν μπορείς τι σου έφερα απόψε
Το τραγούδι αυτό ακούστηκε στην κινηματογραφική ταινία του 1962 Ψηλά τα χέρια Χίτλερ ερμηνευμένο από του Θανάση Βέγγο, Βασίλη Διαμαντόπουλο και Μίρκα Καλαντζοπούλου.
Έξι τους βαράγανε
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή.
Η Κομαντατούρα
Το τραγούδι αυτό είναι από τη δισκογραφική δουλειά Ντοκουμένταπου κυκλοφόρησε το 1975. Οι ιστορίες που αναφέρονται στα τραγούδια είναι πέρα ως πέρα αληθινές και είναι προσωπικά βιώματα του Ξενοφώντα Φιλέρη από την Κατοχική Αθήνα, σύμφωνα με σημείωμα του ιδίου που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του δίσκου.
Η Μάνα μου
Θα πάω να το πω στον Ερυθρό Σταυρό.
Καταχνιά
Ο Κώστας Βίρβος έγραψε κάποιους στίχους το 1944, στην απομόνωση των κρατητηρίων της οδού Ελπίδος 5, όπου οδηγήθηκε μετά από βασανιστήρια, επειδή ως μέλος της ΕΠΟΝ, συνελήφθη να γράφει στους τοίχους. Εκεί, αφού έμαθε, για την εκτέλεση των 200 στην Καισαριανή την 1η Μαΐου 1944 έγραψε αυτά τα τραγούδια (Βίρβος, 1985), τα οποία αποτελούν τμήμα του κύκλου τραγουδιών Καταχνιά.
Κατοχή στην Τρούμπα
Κατοχικά Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
Πρωτοχρονιά και αδειανά Να ακουμπάς βαρέλα Πρωτοχρονιά και να θωρείς Διακό- διακόσιες τη σαρδέλα.
Πρωτοχρονιά τέτοια χρονιά Ποτέ άλλοτε δεν είδα Που να μασάς αχόρταγα Μπομπό-μπομπότα και σταφίδα
Πρωτοχρονιά γιορτάζουνε Μόν’ οι μαυραγορίτες Κι όσοι μ’ αυτούς θησαύρισαν Κλέφτες κι- κλέφτες κι αγιογδύτες
Πρωτοχρονιά τέτοια χρονιά Ποτέ να μη γυρίσει Κι’ ο νέος χρόνος εύχομαι Ειρήνη- ειρήνη να χαρίσει.
Βασίζονται στη μελωδία των πανελληνίων καλάντων πρωτοχρονιάς. Γράφτηκαν από άγνωστο άτομο στο Αίγιο Αχαϊας και βρέθηκαν τυπωμένα σ’ ένα απλό χαρτί κάτω από πολλές πόρτες του Αιγίου την Πρωτοχρονιά του 1944 (Χατζηπατέρας και Φαφαλιού, 1988: 304)
Μάνα ήρθανε ληστές
Το τραγούδι αυτό είναι από τη δισκογραφική δουλειά Ντοκουμένταπου κυκλοφόρησε το 1975. Οι ιστορίες που αναφέρονται στα τραγούδια είναι πέρα ως πέρα αληθινές και είναι προσωπικά βιώματα του Ξενοφώντα Φιλέρη από την Κατοχική Αθήνα, σύμφωνα με σημείωμα του ιδίου που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του δίσκου.
Ματσάκια παντοχίλιαρα
Μαυραγορίτες
Μία οκά κολοκυθάκια
Μίλα μου για τη λευτεριά
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή.
Μούργο Μουσολίνι
Με το χαμόγελο στα χείλη Περνάμε άτιμη σκλαβιά Μα θα’ ρθει κάποτε ένα δείλι Να λάμπει πάλι η λευτεριά.
Και μούργο Μουσολίνι Σαν θα γενεί Ειρήνη Εσύ και η Γερμανία Κι η πατρίδα σου η γελοία Θα θαφτείτε από τη γη.
Γιατί τα Εγγλεζάκια Και τα’ Αμερικανάκια Μαζί με τους τσολιάδες μας Θα δώσουνε το δίκιο Στην Ελλάδα τη γλυκιά.
Κι αν τώρα στην πατρίδα πέρα Στενάζει ο φτωχός λαός Θε να ‘ρθει γρήγορα μια μέρα Της λευτεριάς εορτασμός.
Και μούργο Μουσολίνι Σαν θα γενεί Ειρήνη Εσύ και η Γερμανία Κι η πατρίδα σου η γελοία Θα θαφτείτε από τη γη.
Γιατί τα Εγγλεζάκια Και τα’ Αμερικανάκια Μαζί με τους τσολιάδες μας Θα δώσουνε το δίκιο Στην Ελλάδα τη γλυκιά.
Η μελωδία του τραγουδιού αυτού βασίζεται σε αυτήν του τραγουδιού Στη Ρώμη (Κορόιδο Μουσολίνι). Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από τους Δημοσθένη Ζάττα και Φώτη Αργυρόπουλου, Έλληνες μετανάστες που ζούσαν στις Η.Π.Α.Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε στις Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια της Κατοχής από Έλληνες μετανάστες που ζούσαν εκεί. Λόγω έλλειψης λογοκρισίας στις Η.Π.Α., οι δίσκοι αυτοί κυκλοφορούσαν ελεύθερα, απευθυνόμενοι στην ελληνική ομογένεια, με στόχο να εξυψώσουν το πατριωτικό φρόνημα των ξενιτεμένων εκεί Ελλήνων. (Πάπιστας, 2007: 184)
Οι λαδάδες
Σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του Μιχάλη Γενίτσαρη, το τραγούδι αυτό γράφτηκε με αφορμή τον απαγχονισμό μαυραγοριτών από τους Γερμανούς για παράνομο εμπόριο λαδιού (Gauntlett, 1992)
Οι Σαλταδόροι
Οι τελευταίες μέρες
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή.
Σαλταδόρος
Σύμφωνα με προσωπικές μαρτυρίες του Μιχάλη Γενίτσαρη το τραγούδι αυτό κάνει λόγο για τους σαλταδόρους της κατοχικής περιόδου (Gauntlett, 1992 )
Στη φυλακή θα λιώσω
Σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του Μιχάλη Γενίτσαρη το τραγούδι αυτό περιγράφει κάποιους Έλληνες (Βρεττός και Ζάκας) που εξαπατούσαν άλλους Έλληνες πουλώντας τους νερό ενώ δήλωναν ότι πουλούσαν λάδι. Από αυτούς ο ένας συνελήφθη για την απάτη αυτή (ο Βρεττός, φίλος του Γενίτσαρη) και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση (Χατζηδουλής, 1990).
Το τραγούδι αυτό είναι από την θεατρική παράσταση του 1971 Ο Δρόμος , η οποία είχε θέμα τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή.
Φιφίκος
Το τραγούδι αυτό είναι από τη δισκογραφική δουλειά Ντοκουμένταπου κυκλοφόρησε το 1975. Οι ιστορίες που αναφέρονται στα τραγούδια είναι πέρα ως πέρα αληθινές και είναι προσωπικά βιώματα του Ξενοφώντα Φιλέρη από την Κατοχική Αθήνα, σύμφωνα με σημείωμα του ιδίου που υπάρχει στο οπισθόφυλλο του δίσκου.